ψευδορκία

From LSJ
Revision as of 10:45, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

αὐτῇ τῇ ψυχῇ αὐτὴν τὴν ψυχὴν θεωροῦντα ἐξαίφνης ἀποθανόντος ἑκάστου → beholding with very soul the very soul of each immediately upon his death

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ψευδορκία Medium diacritics: ψευδορκία Low diacritics: ψευδορκία Capitals: ΨΕΥΔΟΡΚΙΑ
Transliteration A: pseudorkía Transliteration B: pseudorkia Transliteration C: psevdorkia Beta Code: yeudorki/a

English (LSJ)

ἡ,    A perjury, Ph.2.196.

German (Pape)

[Seite 1395] ἡ, das falsche Schwören, der Meineid, Schol. Lycophr. 932.

Greek (Liddell-Scott)

ψευδορκία: ἡ, ψευδὴς ὅρκος, ἐπιορκία, Φίλων 2. 196.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ ψεύδορκος
ψευδής ένορκη διαβεβαίωση προς δικαστήριο ή άλλη αρμόδια αρχή για την αλήθεια και πληρότητα ενός ισχυρισμού ο οποίος έχει κατά νόμο καταστεί αντικείμενο απόδειξης.