κυνοδρομέω

From LSJ
Revision as of 13:20, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κῠνοδρομέω Medium diacritics: κυνοδρομέω Low diacritics: κυνοδρομέω Capitals: ΚΥΝΟΔΡΟΜΕΩ
Transliteration A: kynodroméō Transliteration B: kynodromeō Transliteration C: kynodromeo Beta Code: kunodrome/w

English (LSJ)

A run or chase with dogs, X.Cyn.6.17: metaph., ἐκυνοδρομοῦμεν ἀλλήλους ζητοῦντες Id.Smp.4.63.

Greek (Liddell-Scott)

κῠνοδρομέω: τρέχω ἢ κυνηγῶ μετὰ κυνῶν, Ξεν. Κυν. 6, 17 ἑξ.· μεταφ., ἐκυνοδρομοῦμεν ἀλλήλους ζητοῦντες ὁ αὐτ. ἐν Συμπ. 4, 63.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
chasser au chien courant, fig. suivre à la piste.
Étymologie: κύων, ἔδραμον, τρέχω.

Greek Monotonic

κῠνοδρομέω: μέλ. -ήσω (δρόμος), τρέχω ή κυνηγώ με σκυλιά, σε Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

κῠνοδρομέω:
1) охотиться с собаками, травить Xen.,;
2) перен. гоняться, усиленно искать (τινα Xen.).

Middle Liddell

κῠνο-δρομέω, fut. -ήσω δρόμος
to run with dogs, Xen.