ὑπερθεματίζω

From LSJ
Revision as of 20:13, 2 February 2021 by Spiros (talk | contribs)

Θηρῶν ἁπάντων ἀγριωτέρα γυνή → Inter feras fera nulla ferior muliere → Als alle wilden Tiere wilder ist die Frau

Menander, Monostichoi, 248
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπερθεμᾰτίζω Medium diacritics: ὑπερθεματίζω Low diacritics: υπερθεματίζω Capitals: ΥΠΕΡΘΕΜΑΤΙΖΩ
Transliteration A: hyperthematízō Transliteration B: hyperthematizō Transliteration C: yperthematizo Beta Code: u(perqemati/zw

English (LSJ)

A overbid, Gloss., Dosith.p.431 K., Priscian. de xii vers.Aen.116 (p.486 K.).

German (Pape)

[Seite 1196] überbieten, Sp.

Greek Monolingual

ὑπερθεματίζω ΝΜ
προσφέρω την πιο υψηλή τιμή σε πλειστηριασμό, πλειοδοτώ
νεοελλ.
μτφ. υπερβάλλω, ξεπερνώ, τονίζω ακόμη περισσότερο («ο κ. υπουργός εγκρίνει τις δηλώσεις τών υφισταμένων του και υπερθεματίζει»)
μσν.
προχωρώ πέρα από το θέμα, από την επαρχία.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η πρώτη, κοινή σημ. < ὑπέρθεμα, -ατος. Για τη νεοελλ. σημ. πρβλ. αναθεματίζω, ενώ η μσν. σημ. < θέμα «επαρχία»].