μέδουσα
From LSJ
Aristotle, Nicomachean Ethics, 5.30
German (Pape)
Greek Monolingual
η
ζωολ. εναλλακτική φάση του κύκλου ζωής τών κνιδοζώων, τα άτομα της οποίας είναι συνήθως ελεύθερα, μονήρη, κολυμβητικά και γονοφόρα, έχουν σχεδόν διάφανο σώμα —με περιεκτικότητα σε νερό από τις μεγαλύτερες στο ζωικό βασίλειο— που αποτελείται από ένα συσταλτό σκιάδιο σαν ομπρέλα, με νημάτια που κρέμονται στις παρυφές του, και από έναν στοματικό κώνο στο κοίλο κάτω μέρος του σκιαδίου, σε σχήμα μίσχου, αντίστοιχο με το χερούλι της ομπρέλας, και κολυμπούν με παλμικές κινήσεις του σκιαδίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. medusa (< Μέδουσα)].