δισχίλιοι

From LSJ
Revision as of 15:40, 20 June 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " LXX " to " LXX ")

Ἀλλ' Ἀχέροντι νυμφεύσω → I will become the bride of Acheron

Sophocles, Antigone, 816
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δισχίλιοι Medium diacritics: δισχίλιοι Low diacritics: δισχίλιοι Capitals: ΔΙΣΧΙΛΙΟΙ
Transliteration A: dischílioi Transliteration B: dischilioi Transliteration C: dischilioi Beta Code: disxi/lioi

English (LSJ)

[χῑ], αι, α, Aeol. δισχέλιοι Alc.Supp.22.2:—A two thousand, Hdt.2.44, Ar.V.660, Pl.Criti,118a, etc.: poet. dat. pl., δισχίλοις ἀνδραπόδοισιν IG12.1085: sg., δισχίλιος, α, ον, with collective Nouns, e. g. ἵππος Hdt.7.158.

German (Pape)

[Seite 644] αι, α, zweitausend; Plat. Critia. 118 a; bei Collectivis auch im sing, z. B. δισχιλίη ἵππος, Her. 7, 158.

Greek (Liddell-Scott)

δισχίλιοι: [ῑ], -αι, -α, δύο χιλιάδες, Ἡρόδ. 2. 44, κτλ.· ποιητ. δισχίλοις ἀνδραπόδεσσιν Ἐπιγράμμ. Ἑλλην. 26. 7· -ἑνικ. δισχίλιος, α, ον, μετὰ περιληπτικῶν ὀνομάτων, π.χ. ἵππος Ἡρόδ. 7. 158.

French (Bailly abrégé)

αι, α;
deux mille ; au sg. δισχιλίη (ion.) ἵππος HDT troupe de 2 000 cavaliers.
Étymologie: δίς, χίλιοι.

Spanish (DGE)

-αι, -α
• Alolema(s): δισχίλοι IG 13.1353.6 (V a.C.), lesb. δισχέλιοι Alc.69.2, ciren. δισχήλιοι SEG 9.2.22 (Cirene IV a.C.), jón., beoc. y tard. δισχείλιοι Schwyzer 688C.18 (Quíos V a.C.), IG 7.3172a.168 (Orcómeno III a.C.), ISmyrna 236b.14 (I d.C.), IEphesos 2211B.4 (imper.), IAphrodisias 3.51.7 (II d.C.)
• Prosodia: [-ῑ-]
• Morfología: [sg. -ος, -α, -ον LXX 1Ma.9.4, Is.36.8, fem. -η Hdt.7.158; eol. plu. ac. δισχελίοις Alc.l.c.]
dos mil δισχελίοις στά[τηρας] ἄμμ' ἔδωκαν Alc.l.c., cf. Paus.10.38.13, ἔτεα ... τριηκόσια καὶ δισχίλια Hdt.2.44, τάλαντα Ar.V.660, Th.2.70, Isoc.15.113, I.AI 14.105, Plu.Alex.42, cf. Ar.Fr.102, Lys.19.59, IAphrodisias l.c., ἀνδράποδα IG l.c., στάδια Pl.Criti.118a, οἴνου κεράμια X.An.6.2.3, ἀνδριάντες Plb.5.9.3, ἱππεῖς Plb.2.24.4, νῆες D.S.3.44, (χοῖροι) Eu.Marc.5.13, χόρτου δέσμαι POxy.3646.11 (III/IV d.C.), (ἄνθρωποι) A.Andr.Gr.60
αἱ δ. (sc. δραχμαί) las dos mil dracmas ἔστ' ἂν ἀποτίσω τὰς δισχιλίας Ach.Tat.5.17.5
tb. c. sg. colect. dos mil δ. ἵππος Hdt.l.c., LXX ll.cc.

English (Strong)

from δίς and χίλιοι; two thousand: two thousand.

English (Thayer)

δισχίλιαι, δισχίλια, two thousand: Herodotus down.)

Greek Monolingual

δισχίλιοι, -αι, -α (AM)
1. δύο χιλιάδες
2. (στον εν. με περιληπτικά ονόματα) «παρεχόμενος... δισχιλίην ἵππον» — δύο χιλιάδες άλογα.

Greek Monotonic

δισχίλιοι: [ῑ], -αι, -α, δύο χιλιάδες, σε Ηρόδ.· ενικ. με περιληπτικά ονόματα, δισχιλίη ἵππος, δύο χιλιάδες άλογα, στον ίδ.

Russian (Dvoretsky)

δισχίλιοι: (ῑ) две тысячи Arph., Plat., Plut.: δισχιλίη ἵππος Her. отряд в две тысячи всадников.

Middle Liddell

adj
two thousand, Hdt.:—sg. with collective nouns, δισχιλίη ἵππος 2000 horse, Hdt.

Chinese

原文音譯:disc⋯lioi 笛士-希利哀
詞類次數:形容詞(1)
原文字根:二-千
字義溯源:二千;由(δίς)=兩次)與(χίλιοι)*=一千)組成;而 (δίς)出自(δύο / δισμυριάς)*=二)
出現次數:總共(1);可(1)
譯字彙編
1) 二千(1) 可5:13

English (Woodhouse)

two thousand

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)