λυγοτευχής

From LSJ
Revision as of 03:20, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λῠγοτευχής Medium diacritics: λυγοτευχής Low diacritics: λυγοτευχής Capitals: ΛΥΓΟΤΕΥΧΗΣ
Transliteration A: lygoteuchḗs Transliteration B: lygoteuchēs Transliteration C: lygotefchis Beta Code: lugoteuxh/s

English (LSJ)

ές, made of withes, κύρτος AP9.562 (Crin.).

Greek (Liddell-Scott)

λῠγοτευχής: -ές, πεποιημένος ἐκ λυγαρ~ιᾶς, κύρτος Ἀνθ. Π. 9. 562.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
travaillé avec de l’osier.
Étymologie: λύγος, τεύχω.

Greek Monolingual

λυγοτευχής, -ές (Α)
κατασκευασμένος από κλαδιά λυγαριάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λύγος «λυγαριά» + -τευχής (< τεῦχος < τεύχω «κατασκευάζω»), πρβλ. νεοτευχής, τοξοτευχής].

Greek Monotonic

λῠγοτευχής: -ές (τεύχω), φτιαγμένος από λυγαριά, σε Ανθ.

Russian (Dvoretsky)

λῠγοτευχής: сплетенный из ивовых прутьев, ивовый (κύρτος Anth.).

Middle Liddell

λῠγο-τευχής, ές τεύχω
made of withes, Anth.