τρίστοος
From LSJ
Λύπης ἰατρός ἐστιν ἀνθρώποις λόγος – For men reason is a healer of grief – Für Menschen ist der Trauer Arzt allein das Wort – Maeroris unica medicina oratio.
English (LSJ)
ον, possessing a triple colonnade, IGRom.4.662 (Acmonia).
Greek Monolingual
-ον, Α
(για οικοδόμημα) αυτός που έχει τρεις στοές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + -στοος (< στοά), πρβλ. τετρά-στοος].