ἐξαποτίνω
ποίαν παρεξελθοῦσα δαιμόνων δίκην; (Sophocles, Antigone 921) → What law of the gods have I transgressed?
English (LSJ)
[ῑ], satisfy in full, Ἐρινύας ἐξαποτίνοις Il.21.412.
Spanish (DGE)
• Prosodia: [-ῑ-]
1 saldar una deuda, compensar por completo οὕτω κεν τῆς μητρὸς ἐρινύας ἐξαποτίνοις Il.21.412.
2 sufrir un castigo δεσμοῖς ... πεφυλαγμένοι ἐξαποτῖσαι encadenados para sufrir castigo, Orac.Sib.1.102, cf. 180.
German (Pape)
[Seite 871] ganz abbüßen, τῆς μητρὸς ἐρινύας Il. 21, 412.
French (Bailly abrégé)
donner entière satisfaction à, acc..
Étymologie: ἐξ, ἀποτίνω.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξαποτίνω: ἱκανοποιῶ ἐντελῶς, καταπραΰνω, οὕτω κεν τῆς μητρὸς Ἐρινύας ἐξαποτίνοις Ἰλ. Φ. 412.
English (Autenrieth)
pay off, satisfy in full, Il. 21.412†.
Greek Monolingual
ἐξαποτίνω (Α)
ικανοποιώ πλήρως, καταπραΰνω, κατευνάζω («οὕτω κεν τῆς μητρὸς Ἐρινύας ἐξαποτίνοις», Ομ. Ιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + απο-τίνω «πληρώνω, δίνω ικανοποίηση»].
Greek Monotonic
ἐξαποτίνω: [ῑ], ικανοποιώ εντελώς, σε Ομήρ. Ιλ.
Russian (Dvoretsky)
ἐξαποτίνω: (ῑ) полностью искупать (ἐρινύας τινός Hom.).