χρησμῳδία
προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions
English (LSJ)
ἡ, answer of an oracle, prophecy, prop. chanted or in verse, A.Pr.775, Plu.2.402d: pl., Pl.Prt.316d.
German (Pape)
[Seite 1375] ἡ, das Antworten, die Antwort des befragten Orakels, bes. in Versen; Aesch. Prom. 777; Plat. Prot. 316 d.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
réponse d'un oracle, particul. réponse en vers.
Étymologie: χρησμῳδός.
Russian (Dvoretsky)
χρησμῳδία: ἡ изречение оракула, оракул, прорицание (преимущ. в стихотворной форме) Aesch., Plat., Plut.
Greek (Liddell-Scott)
χρησμῳδία: ἡ, ἀπόκρισις μαντείου, προφητεία, κυρίως ᾀδομένη ἢ ἐν στίχοις διδομένη, Αἰσχύλ. Πρ. 775, πρβλ. 2. 402D· ἐν τῷ πληθ., Πλάτ. Πρωτ. 316D.
Greek Monolingual
ἡ, ΜΑ χρησμῳδός
απάντηση μαντείου, χρησμός που δίνεται με μορφή τραγουδιού
αρχ.
θεϊκή ρήση.
Greek Monotonic
χρησμῳδία: ἡ, απάντηση χρησμού, προφητεία, σε Αισχύλ., Πλάτ.
Middle Liddell
χρησμῳδία, ἡ, [from χρησμῳδός
the answer of an oracle, a prophecy, Aesch., Plat.
Translations
oracular response
Bulgarian: пророчество; Esperanto: oraklo; French: oracle; German: Orakel, Orakelspruch; Greek: χρησμός; Ancient Greek: χρησμός; Hungarian: jóslat; Icelandic: véfrétt, goðsvar; Irish: oracal; Italian: oracolo, divinazione; Latin: fatus; Portuguese: oráculo; Russian: прорицание; Turkish: ırık, ırım