Μεταγειτνιών
English
Metageitnion. Month of the Attic calendar (August/September).
French (Bailly abrégé)
-ῶνος (ὁ) :
Métageitniôn, 2ᵉ mois du calendrier athénien, répondant à la 2ᵉ quinzaine d'août et à la 1ᵉ de septembre.
Étymologie: Μεταγείτνια.
Russian (Dvoretsky)
Μεταγειτνιών: ῶνος ὁ метагитнион (2-й месяц атт. календаря, приходящийся приблизительно на 15 августа - 15 сентября) Arst., Plut.
Greek (Liddell-Scott)
Μεταγειτνιών: -ῶνος, ὁ, ὁ δεύτερος μὴν τοῦ Ἀθηναϊκοῦ ἔτους, ἀντιστοιχῶν πρὸς τὸν παρὰ Βοιωτ. Πάνεμον, καὶ τὸν παρὰ Λάκωσι Καρνεῖον: περιελάμβανε δέ, κατὰ τὸ Γρηγοριανὸν ἡμερολόγιον, τὸ δεύτερον ἥμισυ τοῦ Αὐγούστου καὶ τὸ πρῶτον τοῦ Σεπτεμβρίου, Ἀντιφῶν 146. 26, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 17, 1, πρβλ. Πλουτ. Ποπλ. 14. (Λέγεται δὲ ὅτι παράγεται τὸ ὄνομα ἐκ τοῦ μετά, γείτων, ἐπειδὴ κατὰ τὸν μῆνα τοῦτον μετῴκουν καὶ ἑπομένως μετέβαλλον τοὺς γείτονας). Ἐντεῦθεν Ἀπόλλων Μεταγείτνιος = Καρνεῖος, Λυσίμ. παρ’ Ἁρπ.· μεταγείτνια, τά, = μετοίκια, Πλούτ. 2. 601Β.
Greek Monolingual
Μεταγειτνιών, -ῶνος, ὁ (Α)
ο δεύτερος μήνας του αρχαίου αττικού έτους, κατά τον οποίο γίνονταν οι μετοικήσεις και ο οποίος αντιστοιχούσε με τον βοιωτικό μήνα Πάνεμο, τον λακωνικό Καρνείο και με το διάστημα από 15 Αυγούστου έως 15 Σεπτεμβρίου του σύγχρονου Γρηγοριανού ημερολογίου.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Πιθ. < μετ(α)- + γείτων επειδή κατά τον μήνα αυτό γίνονταν μετοικήσεις και επομένως αλλαγές γειτόνων, χωρίς να αποκλείεται η άποψη να είναι παρετυμολογική].
Greek Monotonic
Μεταγειτνιών: -ῶνος, ὁ (γείτων), ο δεύτερος μήνας του Αθηναϊκού έτους, μεταξύ του τελευταίου μισού του Αυγούστου και του πρώτου μισού του Σεπτεμβρίου· ονομάστηκε έτσι επειδή τότε οι άνθρωποι πηγαινοέρχονταν και άλλαζαν γείτονες.
German (Pape)
ῶνος, ὁ, der zweite Monat des attischen Jahres, der letzten Hälfte unsers Augusts und der ersten des Septembers entsprechend, vgl. Plut. Poplic. 14, von μετά und γείτων, weil man in diesem Monat umzog, also die Nachbarn wechselte; vgl. Schol. Thuc. 2.15; Apollo Καρνεῖος hieß auch μεταγείτνιος, und μεταγείτνια = μετοίκια, wie Plut. sagt θυσίαν ἐπώνυμον ἄγουσι τοῦ μετοικισμοῦ τὰ μεταγείτνια, exil. 6.