ἁλιγενής
καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?
English (LSJ)
ές, sea-born, of Aphrodite, Plu.2.685f.
Spanish (DGE)
-ές nacido en el mar de Afrodita, Plu.2.685e, cf. Sud.
German (Pape)
[Seite 96] ές, meerentsprossen, Ἀφροδίτη bei Plut. Symp. 5, 10, 4.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
né de la mer.
Étymologie: ἅλς¹, γίγνομαι.
Russian (Dvoretsky)
ἁλιγενής: рожденная морем (Ἀφροδίτη Plut.).
Greek (Liddell-Scott)
ἁλιγενής: -ές, ὁ ἐκ θαλάσσης γεννηθείς, περὶ τῆς Ἀφροδίτης, Πλούτ. 2. 685 Ε.
Greek Monolingual
ἁλιγενής, -ὲς (Α)
(κυρίως για την Αφροδίτη) αυτός που γεννήθηκε στη θάλασσα ή αναδύθηκε από τη θάλασσα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἁλι- (ἅλς) + -γενὴς (< γένος < γίγνομαι)].