πωγωνοτροφία φιλόσοφoν οὐ ποιεῖ → a long beard does not make the philosopher
το, Νζωολ. κοινή ονομασία του πτηνού αλκυόνα, αλλ. ψαροφάγος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ψάρι (Ι) + πουλί (πρβλ. θαλασσοπούλι)].