σεληνόγονος

From LSJ

ἔστ' ἦμαρ ὅτε Φοίβος πάλιν ελεύσεται καὶ ες αεί ἔσσεται → the time will come when Apollo will return to stay forever

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σεληνόγονος Medium diacritics: σεληνόγονος Low diacritics: σεληνόγονος Capitals: ΣΕΛΗΝΟΓΟΝΟΣ
Transliteration A: selēnógonos Transliteration B: selēnogonos Transliteration C: selinogonos Beta Code: selhno/gonos

English (LSJ)

ἡ, or σεληνόγονον, τό, peony, Ps.-Dsc.3.140, Aët.12.63.

Greek (Liddell-Scott)

σεληνόγονος: -ον, ἡ, ἢ -γονον, τό, ἡ παιωνίαγλυκυσίδη, Διοσκ. 3. 157· ἴδε σελήνιον.

Greek Monolingual

ἡ, και σεληνόγονον, τὸ, Α
το γνωστό με τη λόγια ονομασία Παιωνία η κρητική φυτό, κν. σήμερα πηγουνιά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σελήνη + -γονος (< -γόνος < γίγνομαι)].

Translations

peony

Albanian: lulegjake, bozhure; Armenian: քաջվարդ, պիոն; Azerbaijani: pion; Belarusian: півоня; Bulgarian: божур; Catalan: peònia; Chechen: цӏен лерг; Chinese Cantonese: 牡丹; Mandarin: 牡丹; Chuvash: пион; Crimean Tatar: şaqayıq; Czech: pivoňka; Danish: pæon; Dutch: pioen, pioenroos; Estonian: pojeng; Finnish: pioni; French: pivoine; Galician: peonia; Georgian: იორდასალამი; German: Pfingstrose, Päonie; Greek: παιωνία; Ancient Greek: ἀγλαόφαντον, ἀγλαοφῶτις, αἱμαγωγόν, ἀλφαιωνία, ἀλφαωνιά, ἀλφαωνία, γλαβρήνη, γλαοφώτη, γλυκυσίδη, γλυκυσίδιον, γλυκυσῖτις, δάκτυλοι Ἰδαῖοι, διχόμηνος, τὸ διχότομον, διχότομον, Ἑκατεία, ἐφιαλτεία, ἐφιαλτία, ἐφιάλτιον, θεοδόνιον, θεοδώνιον, κυνόσπαστος, μήνιον, ὀροβάδιον, ὀρόβαξ, παιωνία, παιονίη, σελήνιον, σεληνόγονον, σεληνόγονος; Hebrew: אַדְמוֹנִית‎; Hungarian: bazsarózsa; Italian: peonia; Japanese: 牡丹, ボタン; Kashubian: bùjón; Kazakh: таушымылдық, шұғынық, сәлдегүл; Korean: 모란; Kyrgyz: пион; Latin: paeonia; Latvian: peonija; Lithuanian: bijūnas; Macedonian: божур; Mongolian: цээнэ цэцэг; Norman: pâsse-rose; Polish: piwonia, peonia; Portuguese: peônia, peónia; Romanian: bujor; Russian: пион; Serbo-Croatian: божур, božur; Slovene: potonika; Spanish: peonía; Swedish: pion; Tatar: пион, чалма чәчәк, чалмабаш; Thai: โบตั๋น; Turkish: şakayık; Ukrainian: півонія; Uzbek: sallagul; Vietnamese: mẫu đơn