τρίχαλκον

From LSJ
Revision as of 11:07, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρῐχαλκον Medium diacritics: τρίχαλκον Low diacritics: τρίχαλκον Capitals: ΤΡΙΧΑΛΚΟΝ
Transliteration A: tríchalkon Transliteration B: trichalkon Transliteration C: trichalkon Beta Code: tri/xalkon

English (LSJ)

τό, a coin worth three χαλκοῖ, Thphr. Char.10.6, IG42(1).109 iii 128 (Epid., iii B. C.), 5(1).1433.33 (Messene), Vitr.3.1.7.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
pièce de trois chalques.
Étymologie: τρεῖς, χαλκοῦς.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

τρίχαλκον -ου, τό [τρι-, χαλκός] trichalkon (muntstuk).

Greek Monolingual

τὸ, Α
νόμισμα ισοδύναμο με τρία χάλκινα νομίσματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + χαλκός «χάλκινο νόμισμα»].

Greek Monotonic

τρίχαλκον: τό, νόμισμα ισοδύναμο τριών χαλκῶν, σε Θεόφρ.

Greek (Liddell-Scott)

τρίχαλκον: τό, νόμισμα ἰσοδύναμον πρὸς τρεῖς χαλκοῦς, τῆς γυναικὸς ἀποβαλούσης τρίχαλκον Θεοφρ. Χαρ. 10.

Middle Liddell

τρί-χαλκον, ου, τό,
a coin worth three χαλκοῖ, Theophr.