περίπου
ἠργάζετο τῷ σώματι μισθαρνοῦσα τοῖς βουλομένοις αὐτῇ πλησιάζειν → she lived as a prostitute letting out her person for hire to those who wished to enjoy her, she worked with her body by hiring herself out to anyone who wanted to have sex with her
English (LSJ)
or divisim περί που, about, ἔτη γεγονὼς περίπου ἑκκαίδεκα Hdn.5.7.4, cf. 7.5.2, Paul.Aeg.4.1, etc.
German (Pape)
[Seite 589] adv. statt περί που, ungefähr, etwa, circa, circiter.
Greek (Liddell-Scott)
περίπου: Ἐπίρρ. ἀντὶ περί που, ὡς καὶ νῦν, κοινῶς, «ἐπάνω κάτω», Λατ. circa, circiter, ἔτη γεγονὼς περίπου ἑκκαίδεκα Ἡρῳδιαν. 5. 7, πρβλ. 7. 5, Ἰώσηπ. ― Ἐπὶ τοπικῆς σημασίας πάντοτε διῃρημένως, ὡς, περί που τὰς ὑπωρείας τῆς Ἴδης Εὐστ. 1204, 50, κτλ. ― Ἴδε Κόντου Κριτικὰς καὶ Γραμματικὰς Παρατηρήσεις ἐν Ἀθηνᾶς τ. Ζ΄, σ. 11.
Greek Monolingual
ΝΜΑ
επίρρ. κατά προσέγγιση, σχεδόν, πάνω κάτω («περίπου δέκα κιλά»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. φρ. περί που].