ὑπόπεμπτος
From LSJ
Φίλιππον ἐπιστῆσαι τοῖς πράγμασι τούτοις → let Philip have a hand in the business, surrender control to Philip
English (LSJ)
ὑπόπεμπτον, sent covertly, as a scout or spy, X.An.3.3.4.
German (Pape)
daruntergeschickt, heimlich als Kundschafter abgeschickt, Spion, Xen. An. 3.3.4.
Russian (Dvoretsky)
ὑπόπεμπτος: ὁ тайно подосланное лицо, т. е. соглядатай Xen.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπόπεμπτος: -ον, ὁ πεμθεὶς κρυφίως, ὡς κατάσκοπος, Λατ. submissus, subornatus, Ξεν. Ἀν. 3. 3, 4· ἔνθ’ ἄλλοτε ὕποπτος.
Greek Monotonic
ὑπόπεμπτος: -ον, σταλμένος κρυφά, σαν κατάσκοπος, σε Ξεν.
Middle Liddell
ὑπό-πεμπτος, ον, [from ὑποπέμπω
sent covertly, as a spy, Xen.