πολύθεστος

From LSJ
Revision as of 12:12, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἡγούμενος τῶν ἡδονῶν ἀλλ' οὐκ ἀγόμενος ὑπ' αὐτῶν → of his pleasures he was the master and not their servant

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολύθεστος Medium diacritics: πολύθεστος Low diacritics: πολύθεστος Capitals: ΠΟΛΥΘΕΣΤΟΣ
Transliteration A: polýthestos Transliteration B: polythestos Transliteration C: polythestos Beta Code: polu/qestos

English (LSJ)

πολύθεστον, muchdesired, τοκεῦσι Call.Cer.48.

German (Pape)

[Seite 663] viel od. sehr gewünscht, Callim. Cer. 48.

Greek (Liddell-Scott)

πολύθεστος: -ον, ὁ πολὺ ἐπιθυμητός, πολυπόθητος, Καλλ. εἰς Δήμ, 48· πρβλ. ἀπόθεστος. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «πολύθεστος· πολυαγάπητος. πολύσεπτος».

Greek Monolingual

-ον, Α
(ποιητ. τ.)
1. πολύ επιθυμητός, πολυαγαπημένοςτέκνον πολύθεστε τοκεῦσι», Καλλ.)
2. (κατά τον Ησύχ.) πολύ τιμημένος, πολύσεπτος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + -θεστος, ρηματ. επίθ. που απαντά μόνο εν συνθέσει < θέσσασθαι «εύχομαι, ζητώ με προσευχή» (πρβλ. άθεστος)].