ἀγωνοθήκη
From LSJ
Θεοῦ πέφυκε δῶρον εὐγνώμων τρόπος → Donum divinum est bona mens et mores probi → Ein göttliches Geschenk ist einsichtsvolle Art
English (LSJ)
ἡ, = ἀγωνοθεσία, S.Fr.975, criticized as irreg. by Poll.3.141.
Spanish (DGE)
-ης, ἡ
• Prosodia: [ᾰ-]
dirección, organización de los juegos S.Fr.975.
Greek (Liddell-Scott)
ἀγωνοθήκη: ἡ, = ἀγωνοθεσία, Σοφ. Ἀποσπ. 802, ἐκ διορθώσ. τοῦ W. Dind. Ὁ τύπος εἶναι ἀνώμαλος, ὡς παρατηρεῖ ὁ Πολυδ. 3.141, ἀλλ’ εἰσήχθη χάριν τοῦ μέτρου, πρβλ. νομοθήκη.
Russian (Dvoretsky)
ἀγωνοθήκη: ἡ Soph. = ἀγωνοθεσία.
German (Pape)
ἡ, = ἀγωνοθεσία, Soph. bei Poll. 3.141.