πρόειμι

From LSJ
Revision as of 09:09, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_1)

τούτου δὲ συμβαίνοντος ἀναγκαῖον γίγνεσθαι πάροδον καὶ τροπὰς τῶν ἐνδεδεμένων ἄστρων → but if this were so, there would have to be passings and turnings of the fixed stars

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρόειμι Medium diacritics: πρόειμι Low diacritics: πρόειμι Capitals: ΠΡΟΕΙΜΙ
Transliteration A: próeimi Transliteration B: proeimi Transliteration C: proeimi Beta Code: pro/eimi

English (LSJ)

(εἶμι

   A ibo) go forward, advance, κατὰ βραχὺ προϊών Th.1.64; ὀλίγα βήματα προϊόντες X.Cyr.7.5.6; π. τῆς ὁδοῦ X.Eph.4.3; of the Nile Delta, προϊούσης τῆς χώρης as it advanced (by deposit from the water), Hdt.2.15.    2 of Time, προϊόντος τοῦ χρόνου as time went on, Id.3.96; προϊούσης τῆς πόσιος, π. τοῦ συμποσίου, Id.6.129, X.Cyr.8.4.13: προϊούσης τῆς νυκτός Id.An.2.2.19; π. τῆς ἡλικίας, τῆς συνουσίας, Pl.Phdr.279a, Tht.150d; προϊόντος τοῦ λόγου, τοῦ ᾄσματος, Id.Phdr.238d, Prt.339c; τοῦ προϊόντος ἔτους the current year, BGU 1126.6(i B.C.): ἡ ἐργασία κατὰ τοὺς τρεῖς χρόνους π. Hermog.Prog. 9.    3 proceed, continue, προϊὼν καὶ ἀναγιγνώσκων going on reading, Pl.Phd.98b; πρόϊθί γε ἔτι εἰς τοὔμπροσθεν Id.Grg.497a, cf. Lg. 842a; ὁ λόγος προΐτω Plot.2.4.4.    4 go first, go in advance, X.Cyr.1.5.14, 2.2.6: c. gen., go before or in advance of, τῆς ἄλλης στρατιῆς Hdt.1.80: metaph., π. τοῦ καιροῦ X.Cyr.6.3.29.    5 go forth, θύρασι Ar.Th.69; π. ἔξω τῆς φάλαγγος X.Lac.12.3 codd.; π. τοῦ οἴκου Hdn.1.17.4; appear in public, ἐν ἐρεᾷ ἐσθῆτι PGnom.182 (ii A.D.).    b spring from, γῆς τε καὶ ὕδατος Aphth.Prog.6.    6 π. εἴς τι pass on to, begin another thing, X.Eq.10.13; π. εἰς ἄπειρον Arist.EN 1094a20, Ph.209a26: hence, become, ἐξ οἰκέτου δεσπότης π. Luc.Nigr.20.    7 of an action, π. ἐπὶ τὸ λῷον succeed, X.Vect.6.3.
πρόειμι, (εἰμί

   A sum) to be before, τά τ' ἐσσόμενα πρό τ' ἐόντα things which were before, Il.1.70; οἱ προόντες γεωργοί the former cultivators, PTeb.379.12(ii A.D.); αἱ προοῦσαι τάξεις the previous positions, Ael. Tact.29.10; but, οἱ προόντες those who were there before (and still are there), Ath.9.391d; ἀνῳκοδόμησα ἐπὶ προοῦσι θεμελίοις ἀρχαίοις Sammelb.5232.19(i A.D.); τῇ προούσῃ αὐτοῦ γυναικί his present wife, PSI1.36a5,27(i A.D.), cf. PRyl.154.4(i A.D.); τὰ προεσόμενα Plu. 2.586f(s.v.l.); also τοῖς προοῦσι δίδωμι the aforesaid, POxy.580(ii A.D.).    II προεσόμενα, = profutura, Gloss.

German (Pape)

[Seite 718] (s. εἰμί), vorher sein, Sp., wie Clem. Al. Als Tmesis rechnet man πρό τ' ἐόντα Il. 1, 70 hierher. (s. εἶμι), vorgehen, weiter-, vorausgehen, vorrücken; προϊόντος τοῦ χρόνου, im Verlaufe der Zeit, Her. 3, 96; προϊούσης τῆς πόσιος, 6, 129, wie Plat. Legg. II, 671 a : προϊούσης τῆς νυκτός, Xen. An. 2, 2, 19, vgl. Cyr. 1, 5, 2. 8, 4, 13; πρόιθί γε ἔτι εἰς τοὔμπροσθεν, Plat. Gorg. 497 a; Soph. 261 b u. öfter; προϊόντος τοῦ λόγου, im Fortgange oder Verlaufe der Rede, Plat. Phaedr. 238 d Prot. 339 c u. öfter; εἰς ἄπειρον πρόεισιν, es geht ins Unendliche, Arist. 1, 2. 7; auch τὸν ἐξ οἰκέτου δεσπότην προϊόντα, Luc. Nigr. 20, der aus einem Sklaven zum Herrn vorgerückt, ein Herr geworden ist; οἱ προϊόντες πρὸς τὴν ἀρχήν, sind die Bewerber um das Amt, die Candidaten, Pol. 2, 2.

Greek (Liddell-Scott)

πρόειμι: (εἶμι, iho) προβαίνω, προχωρῶ, κατὰ βραχὺ προϊὼν Θουκ. 1. 64· ὀλίγα βήματα προϊόντες Ξεν. Κύρ. 7. 5, 6· πρ. τῆς ὁδοῦ Ξεν. Ἐφέσ. 4, 4· ἐπὶ τοῦ Δέλτα τοῦ Νείλου, προϊούσης τῆς χώρης, καθὼς προυχώρει, ηὐξάνετο (διὰ τῶν καθιζημάτων τοῦ ποταμοῦ), ὁ αὐτ. 2. 15. 2) ἐπὶ χρόνου, προϊόντος τοῦ χρόνου, προβαίνοντος τοῦ χρόνου, Ἡρόδ. 3. 96· οὕτω, προϊούσης τῆς πόσιος, τοῦ συμποσίου ὁ αὐτ. 6. 129, Ξεν. Κύρ. 8. 4, 13· προϊούσης τῆς νυκτὸς Ξεν. Ἀνάβ. 2. 2, 19· πρ. τῆς ἡλικίας, τῆς ξυνουσίας Πλάτ. Φαῖδρ. 279Α, Θεαίτ. 150D· προϊόντος τοῦ λόγου, τοῦ ᾄσματος ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρ. 238D, Πρωτ. 339C. 3) ἐπὶ προσώπων ἀναγινωσκόντων, προϊὼν καὶ ἀναγιγνώσκων, προχωρῶν ἐν τῇ ἀναγνώσει, ὁ αὐτ. ἐν Φαίδωνι 98Β· πρ. εἰς τοὔμπροσθεν ὁ αὐτ. ἐν Γοργ. 497Α, πρβλ. Νόμ. 842Α, 4) ὑπάγω πρῶτος, προχωρῶ ἐμπρός, Ξεν. Κύρ. 1. 5, 14., 2. 2, 7· ― μετὰ γεν., προχωρῶ, προπορεύομαι, τῆς στρατίης Ἡρόδ. 1. 80· καὶ μεταφορ., πρ. τοῦ καιροῦ Ξεν. Κύρ. 6. 3, 29. 5) ἐξέρχομαι, Ἀριστοφ. Θεσμ. 69· πρ. ἔξω τῆς φάλαγγος Ξεν. Λακ. 12, 3· πρ. τοῦ οἴκου Ἡρῳδιαν. 1. 17, κτλ.· ― ἐξέρχομαι ἐκ..., πηγάζω, γῆς τε καὶ ὕδατος Ἀφθόν. ἐν Ρήτορσι (Walz) 1. 78. 6) πρ. εἴς τι, μεταβαίνω εἴς τι, ἄρχομαι ἄλλου πράγματος, Ξεν. Ἱππ. 10, 13· πρ. εἰς τὸ ἄπειρον Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 1. 2, 1· ― γίνομαι, ἐξ οἰκέτου δεσπότης πρ. Λουκ. Νιγρῖν. 20. 7) ἐπὶ ἐνεργείας ἢ πράξεως, προχωρῶ καλῶς, προβαίνω, ἐπιτυγχάνω, Ξεν. Πόροι 6, 3.