ἀνταπόδοσις

From LSJ
Revision as of 19:42, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_1)

Ἴση λεαίνης καὶ γυναικὸς ὠμότης → Feritas leaenae quanta, tanta et feminae → Der Löwin Wildheit ist die selbe wie der Frau

Menander, Monostichoi, 267
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνταπόδοσις Medium diacritics: ἀνταπόδοσις Low diacritics: ανταπόδοσις Capitals: ΑΝΤΑΠΟΔΟΣΙΣ
Transliteration A: antapódosis Transliteration B: antapodosis Transliteration C: antapodosis Beta Code: a)ntapo/dosis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A giving back in turn, opp. ἀποδοχή, Th.4.81; rendering, requiting, repayment, Arist.EN1133a3, 1163a11, al.; χάριτος Men.Mon.330, D.S.20.100; τῶν εὐεργεσιῶν Phld.Piet.14; retribution, LXXIs.61.2, 63.4, al.; reprisals, γίγνεται ἀ. ἔκ τινος Plb.5.30.6; reward, LXXPs.18 (19).11, Ep.Col.3.24.    II turning back, opposite direction or course, of a current, ἀ. ποιεῖσθαι Plb.4.43.5, etc., cf. Plu.2.136b.    2 responsive sound, Arist.Aud.803a31.    III alternation, e.g. of action and reaction, περιόδων πρὸς ἀλλήλας Hp.Aph.1.12; reaction, prob. in Epicur.Ep.2p.48U., cf. Thphr.Vent.10.    2 Rhet., parallelism or opposition of clauses in a periodic sentence, Demetr.Eloc.23, cf. 250; in a simile, correspondence with the object of comparison, Quint. Inst.8.3.77.    b Gramm., correlativity of words such as τοιοῦτος, οἷος, A.D.Synt.54.1.    c answering clause, Hermog.Id.1.11, 2.1; v l. in A.D.Synt.20.6.    3 capping verses, as a subject of competition, Michel913 (Teos).

German (Pape)

[Seite 244] , ἡ 1) Wiederherausgeben, Thuc. 4, 81. Gew. Vergeltung, Arist. Nicom. 5, 5, 8; χάριτος Men. monost. 330; vgl. D. Sic. 20, 100; ἀνταπόδοσιν ποιεῖσθαι, wieder vergelten, eine Schuld bezahlen, Pol. 6, 5. 32, 13. – 2) entgegengesetzte Richtung, ποιεῖται ὁ ῥοῦς Pol. 4, 48; λαμβάνει τὰ πράγματα 27, 2. – 3) Gegensatz, Gramm. – Auch Wiederschein, Wiederhall?

Greek (Liddell-Scott)

ἀνταπόδοσις: -εως, ἡ, τὸ ἀνταποδιδόναι ἐν γένει, ἢ τὸ ἀνταποδιδόναι χάριν, κτλ., κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸ ἀποδοχή, Θουκ. 4. 81˙ διὸ καὶ Χαρίτων ἱερὸν ἐμποδὼν ποιοῦνται, ἵνα ἀνταπόδοσις ᾖ Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 5. 5, 7., 8. 13, 10, καὶ ἀλλαχοῦ˙ χάριτος ... ἀνταπόδοσις Μενάνδ. Μονόστ. 330, Διόδ. 20. 100˙ ἐπὶ κακῆς σημασίας, ἡμέρα γὰρ ἀνταποδόσεως ἐπῆλθεν αὐτοῖς Ἑβδ. (Ἡσαΐ. ξγ΄, 4, καὶ ἀλλαχοῦ)˙ γίγνεται ἀνταπόδοσις ἔκ τινος Πολύβ. 5. 30, 6: - ἀνταμοιβή, Ἑβδ. (ψαλμ. ιη΄, 11), Ἐπιστολ. πρὸς Κολ. γ΄, 24. ΙΙ. ὑποστροφή, κίνησις πρὸς τὴν ἐναντίαν διεύθυνσιν, ἐκεῖθεν δὲ πάλιν ... τὴν ἀνταπόδοσιν ποιεῖται πρὸς τὰ ... ἄκρα Πολύβ. 4. 43, 5, κτλ. 2) ὁ ἐκ τῆς ἅψεως τῶν χορδῶν ὀργάνου ἀνταποδιδόμενος ἦχος, ἄν τις ἅπτηται τῶν χορδῶν βιαίως, ἀνάγκη καὶ τὴν ἀνταπόδοσιν αὐτὰς οὕτω πάλιν ποιεῖσθαι βιαιοτέραν Ἀριστ. περὶ ἀκουστ. 50. ΙΙΙ. μεταβολή, ἀμοιβαία διαδοχή, π.χ. ἐπιδράσεως καὶ ἀντιδράσεως, καὶ αἱ τῶν περιόδων πρὸς ἀλλήλας ἀνταποδόσεις Ἱππ. Ἀφ. 1243. 2) ἐν τῇ Ρητ., ἡ ἀντιστοιχίαἀντίθεσις προτάσεως ἔν τινι περιόδῳ ἢ κώλῳ, πρβλ. Κοϊντιλ. 8. 3, 78, κἑξ.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
restitution en échange.
Étymologie: ἀνταποδίδωμι.