παροίτερος

From LSJ
Revision as of 20:06, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_4)

τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας· μόνον ὁ κατέχων ἄρτι ἕως ἐκ μέσου γένηται. (2Thess 2:7) → For the mystery of lawlessness is already at workjust at work until the one who is now constraining it is taken out.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πᾰροίτερος Medium diacritics: παροίτερος Low diacritics: παροίτερος Capitals: ΠΑΡΟΙΤΕΡΟΣ
Transliteration A: paroíteros Transliteration B: paroiteros Transliteration C: paroiteros Beta Code: paroi/teros

English (LSJ)

η,ον, Comp.Adj.,(πάροιθε)

   A beforeorin front, Il. 23.459, 480 : c. gen., in front of, A.R.4.982. Adv. παροιτέρω beyond, further than, Id.3.686.    2 of Time, former : neut. pl.παροίτεραof old, Euph. 34.    IISup.πᾰροίτατος, η, ον, first, foremost, A.R.1.910,2.29.

German (Pape)

[Seite 525] compar. zu πάροιθε, πάρος, der vordere, Il. 23, 459. 480 u. sp. D.; ἔστι δέ τις πορθμοῖο παροιτέρη 'Ιονίοιο νῆσος, Ap. Rh. 4, 982; auch der ehere, frühere, sp. D. – Adv. παροιτέρω, φθογγὴ δ' οὐ προὔβαινε π. Ap. Rh. 3, 686, wo Brunck περαιτέρω vermuthet, was 2, 425 richtige Lesart ist.

Greek (Liddell-Scott)

παροίτερος: -α, -ον, συγκρ. τοῦ πάροιθι, ὁ εὑρισκόμενος ἔμπροσθέν τινος, παροίτεροι, «μᾶλλον ἔμπροσθεν» (Σχόλ.), Ἰλ. Ψ. 459, 480· μετὰ γενικ., παροιτέρη Ἰονίοιο, ἔμπροσθεν, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 982. - Ἐπίρρ. παροιτέρω, πέραν, περαιτέρω ἢ, μετὰ γεν , ὁ αὐτ. 2. 686. 2) ἐπὶ χρόνου, πρότερος, ἀρχαιότερος, Γρηγ. Ναζ. 982. ΙΙ. ὑπερθ. πᾰροίτατος, η, ον, πρῶτος, ὁ πρότερος παντὸς ἄλλου, Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 910., Β. 29.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
qui est plus en avant.
Étymologie: πάρος.