προστασία

From LSJ
Revision as of 20:07, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_4)

ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶνforgive us our trespasses

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προστᾰσία Medium diacritics: προστασία Low diacritics: προστασία Capitals: ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
Transliteration A: prostasía Transliteration B: prostasia Transliteration C: prostasia Beta Code: prostasi/a

English (LSJ)

Ion. -ιη, ἡ,

   A standing in front, κατὰ τὴν τῶν θηρίων π., i.e. opposite the animals which were posted in front, Plb.11.1.3.    II standing before or at the head of, leadership, τοῦ δήμου Th.2.65; τοῦ πλήθους Id.6.89: abs., chieftainship, presidency, ἐπ' ἐτησίῳ π. v.l. for προστατείᾳ in Id.2.80; leadership, authority, οἱ προστασίας ἀξιούμενοι D.19.295; ἡ ἰατρικὴ π. authority or dignity of a physician, Hp.Praec.10, cf. Medic. 1; ἡ τοῦ ξυγγραφέως π. Plb.12.28.6, cf. Chrysipp.Stoic.3.43, Plot.3.4.3.    b governorship, Ph.2.63; = Lat. praefectura, Id.1.675.    c superintendence, care, charge, δι' ἣν ποιεῖται ἡμῶν π. UPZ20.28 (ii B. C.); πρὸ τῆς π., of a midwife, before taking up a charge, Sor.1.4 cod. (nisi leg. πρὸς ταῖς π.) ; τοῦ σωματίου π. ποιησαμένη, of a wet-nurse, PSI3.204.8 (i A.D.), cf. PStrassb.40.25 (vi A.D.); management, εὐθηνίας PTeb.397.28 (ii A.D.); of a temple, PTheb.Bank 2.6 (ii B.C.); ἡ τοῦ θεοῦ π. καὶ ὅλου ἡμῶν τοῦ οἴκου OGI331.22 (Pergam., ii B.C.).    2 outward dignity, pomp, show, etc., οὐ μόνον π. βασιλική, ἀλλὰ καὶ δύναμις Plb.4.2.6, cf. 5.43.3, D.S.18.23 (leg. βασιλείων) ; π. τῶν ἱερῶν Plb.1.55.8.    III patronage, protection, SIG685.97 (Magn. Mae., ii B.C.), IPE12.79.9(Olbia, i A.D.), J.AJ16.2.4, etc.    2 = Lat. patronatus, Plu.Rom.13; = Lat. patrocinium, Lib.Or.47.7 (pl.), al.    3 in bad sense, partisanship, D.10.52 (pl.); collusion, champerty, ταῦτ' οὐχ ὁμολογουμένη π.; Id.30.30; προστασίᾳ (-σίαι codd.) τινὲς ὠνοῦνται καὶ πωλοῦσι Thphr.Fr.97.3.    IV place before a building, court (= προστάς, Did. ap. Harp.), τὰ τῆς Ἀθηναίων Ἀκροπόλεως Προπύλαια μετενεγκεῖν εἰς τὴν προστασίαν τῆς Καδμείας Aeschin.2.105; τῆς περὶ τὸ Διονυσιακὸν θέατρον προστασίας Plb.15.30.4; in this sense oxyt. προστασιά acc. to Hdn.Gr.1.294.

German (Pape)

[Seite 781] ἡ, der Vorstand, das Vorstehen, an der Spitze Stehen, τοῦ δήμου, τοῦ πλήθους, Thuc. 2, 65; ὧν ἡγοῦντο ἐπ' ἐτησίῳ προστασίᾳ ἐκ τοῦ ἀρχικοῦ γένους Νικάνωρ καὶ Φώτιος, 2, 80. 6, 89; Macht und Gewalt des Vorstehers, Herrschers, sein Ansehen, auch der äußere Glanz, mit dem er auftritt, Gefolge, Pracht, οὐ μόνον προστασία βασιλική, ἀλλὰ καὶ δύναμις, Pol. 4, 2, 7; ἱερὸν ἐπιφανέστατον τῷ τε πλούτῳ καὶ τῇ λοιπῇ προστασίᾳ, 1, 55, 8; auch κατὰ τὴν ἐσθῆτα καὶ τὴν ἄλλην προστασίαν λιτός, 22, 17, 10; vgl. 5, 43, 3. 27, 13, 4; ἡ τοῦ συγγραφέως πρ., das Ansehen des Schriftstellers, 12, 28, 6, u. sonst. – Auch Parteiung, Faction, zur Beeinträchtigung eines Andern, τοῦτ' οὐχ ὁμολογουμένη προστασία, Dem. 30, 30, womit man 10, 52 vergleichen kann; Harpocr. erklärt βοήθεια ὡς προισταμένου τινὸς καὶ ἐπικουροῦντος τῷ ἀδικουμένῳ. – Bei Aesch. 2, 105, ὡς δεῖ τὰ τῆς Ἀθηναίων ἀκροπόλεως προπύλαια μετενεγκεῖν εἰς τὴν προστασίαν τῆς Καδμείας, = προστάς, Vorhalle, Didym. bei Harpocr. h. v.; ἡ περὶ τὸ θέατρον πρ., Pol. 15, 30, 4. Nach Arcad. 99, 9 προστασιά zu accentuiren. – Bei Plut. Rom. 13 das röm. Patronat.

Greek (Liddell-Scott)

προστᾰσία: Ἰων. -ίη, ἡ, (προΐστημι) τὸ ἵστασθαι ἔμπροσθεν, Πολύβ. 11. 1, 3. ΙΙ. τὸ προΐστασθαι, τοῦ δήμου Θουκ. 2. 65· τοῦ πλήθους ὁ αὐτ. 6. 89· - ἀπολ., ἀξίωμα, προεδρία, ἐπ’ ἐτησίῳ πρ. ὁ αὐτ. 2. 80· οἱ προστασίας ἀξιούμενοι Δημ. 435. 27· ἡ ἰατρικὴ πρ., τὸ ἀξίωμα τοῦ ἰατροῦ, τὸ κῦρος αὐτοῦ, Ἱππ. 28. 12, πρβλ. Πολύβ. 12. 28, 6· πρβλ. προστάτης ΙΙ, προΐστημι Β. ΙΙ. 2) ἐξωτερικὴ μεγαλοπρέπεια, πομπή, ἐπίδειξις, κτλ. οὐ μόνον πρ., ἀλλὰ καὶ δύναμις Πολύβ. 4. 2, 6, πρβλ. 1. 55, 8, κτλ. ΙΙΙ. ὡς καὶ νῦν, προστασία, ὑπεράσπισις, Πολύβ. 5. 43, 3, Συλλ. Ἐπιγρ. 2060. 9, κ. ἀλλ.· καὶ ἐπὶ κακῆς σημασίας, φατριασμός, Δημ. 145. 8· ἀκολούθως, προστασία, ταῦτ’ οὐχ ὁμολογουμένη πρ.; ὁ αὐτ. 872. 6, ἔνθα ὁ Ἁρποκρ. ἑρμηνεύει: «ἀντὶ τοῦ βοήθεια προϊσταμένου τινὸς καὶ ἐπικουροῦντος τῷ ἀδικουμένῳ». 2) ὡς μετάφρασις τοῦ Ρωμαϊκοῦ patronatus, Πλουτ. Ρωμ. 13. IV. τόπος πρό τινος οἰκοδομήματος, αὐλή, προαύλιον, τὰ τῆς Ἀθηναίων Ἀκροπόλεως Προπύλαια μετενεγκεῖν εἰς τὴν προστασίαν τῆς Καδμείας Αἰσχίν. 42. 2· τῆς περὶ τὸ Διονυσιακὸν θέατρον προστασίας Πολύβ. 15. 30, 4· - ἐπὶ ταύτης τῆς σημασίας ὁ Ἀρκάδ. σ. 99 γράφει προστασιά.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
1 présidence, fonction ou titre d’un agent préposé à un service;
2 p. ext. défense, protection ; à Rome patronage;
3 vestibule ; portique.
Étymologie: προστάτης.