ἀψίς

From LSJ
Revision as of 15:25, 15 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Autenrieth)

νεκρὸν ἐάν ποτ' ἴδηις καὶ μνήματα κωφὰ παράγηις κοινὸν ἔσοπτρον ὁρᾶις· ὁ θανὼν οὕτως προσεδόκα → whenever you see a body dead, or pass by silent tombs, you look into the mirror of all men's destiny: the dead man expected nothing else | if you ever see a corpse or walk by quiet graves, that's when you look into the mirror we all share: the dead expected this

Source

Greek (Liddell-Scott)

ἀψίς: Ἰων. ἀψίς, ῖδος, ἡ, (ἅπτω) ἅμμα, συναφή, κόμβος, Λατ. commisura, οἷα τὰ σχηματίζοντα δίκτυον, ἀψῖσι λίνου Ἰλ. Ε. 487, πρβλ. Ὀππ. Ἁλ. 4. 146, ἔνθα τὸ ἀψῖδες ἀπολύτως σημαίνει δίκτυα. 2) ἁψῖδες, καμπύλα τεμάχια ξύλου, τέσσαρα ἐκ τῶν ὁποίων ἀποτελοῦσι τὸν κύκλον τροχοῦ, οὕτω δὲ καὶ αὐτὸς ὁ τροχός, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 424, Ἡρόδ. 4. 72, Εὐρ. Ἱππ. 1233· κύκλος ἁψῖδος, ὁ τροχὸς τοῦ κεραμέως, Ἀνθ. Πλαν. 101. 3) πᾶς κύκλοςδίσκος, τὴν ἡμερίαν ἁψῖδα, ἐπὶ τοῦ ἡλίου, Εὐρ. Ἴων 88· τόξον, ἐπὶ τοῦ οὐρανίου τόξου τῆς ἴριδος, Ἀριστ. Μετεωρ. 3. 2. 3, πρβλ. Ποιητὴν παρὰ Πλουτ. 2. 103F, 4) θόλος (πρβλ. ψαλὶς ΙΙ), ὑπὸ τὴν οὐράνιον ἁψῖδα Πλάτ. Φαῖδρ. 247Β, πρβλ. Σουΐδ. ἐν λ. αἰθεροβατεῖν, Συλλ. Ἐπιγρ. 2644, 4440, κ. ἄλλ· κατὰ τὴν ἁψῖδα ποτώμενον Λουκ. Δὶς Κατηγ. 33· θριαμβετικὴ ἁψίς, Δίων Κ. 53. 22 καὶ 26, κτλ.: - μεταφ., κάμπτειν ἐπῶν ἁψῖδας Ἀριστ. Θεσμ. 53. 6) σελάνας εἰς δεκάτην ἁψῖδα, εἰς τὴν δεκάτην περιφορὰν τῆς σελήνης, ἤτοι τὸν δέκατον μῆνα. Ἐπιγράμμ. Ἑλλ. 1028. 37 γ) ἐν τῇ Βυζαντινῇ ἀρχιτεκτον., ἁψὶς τῶν βασιλικῶν λεγομένων στοῶν, Λατ. concha, κοινῶς ἀχιβάδα, τὸ ἡμικύκλιον τοῦ ἱεροῦ ἐν ταῖς ἐκκλησίαις τῶν Ὀρθοδόξων, ἔνθα τίθενται οἱ ἀρχιερατικοὶ θρόνοι, ἰδὲ Suicer. [ἁψῐ΄δα παρὰ μεταγεν. ποιητ., Ἐπιγρ. Ἑλλ. 440. 9, 445. 4]

English (Autenrieth)

ῖδος: mesh, pl., Il. 5.487†.