ἄγυια
Πρᾶττε τὰ σαυτοῦ, μὴ τὰ τῶν ἄλλων φρόνει → Tuas res age; alienas ne curaveris → Tu deine Pflicht, um die der andren sorg' dich nicht
English (LSJ)
ᾶς, ἡ,
A street, highway, chiefly in pl., Il.5.642; σκιόωντό τε πᾶσαι ἀ. Od.2.388, etc.; of the paths of the sea, 11.12; ἀγυιαῖς in the streets, Hom.Epigr.14.5, cf. Pi.P.2.58, B.3.16, S.OC715, Ant.1136, E. Ba.87 (all lyr.): esp. in the phrase κνισᾶν ἀγυιάς Ar.Eq.1320, Av.1233, D.21.51:—rare in Prose, X.Cyr.2.4.3, PPetr.3p.7 (iii B.C.), LXX 3 Ma. 1.20, etc.; ἐν ἀγυιᾷ, of documents executed in public by a notary, POxy. 722.12 (i A.D.), etc. 2 collection of streets, city, Pi.O.9.34, N.7.92; πολύπυρος ἀ. Hymn.Is.2. (Quasi-participial form from ἄγω, cf. ἅρπυια.) [ἄγυιᾰν Il.20.254 (Aristarch.), cf. Pi N.7.92 codd. vett.; ἄγυια Ion. and old Att. acc. to Hdn. Gr.2.613, Eust.1631.29; ἀγυιά, incorrectly, EM14.21, etc.; ἀγυιάν freq. in codd., e.g. Pi.O.9.34, X. l.c.]
English (Autenrieth)
(ἄγω): road, way, street; σκιόωντο δὲ πᾶσαι ἄγυιαι, ‘shadowy grew all the ways,’ of the approach of night.
English (Slater)
ᾰγυια (ἄγυιαν; -ᾶν, -αῖς, -άς.)
1 street with houses, dwellings βρότεα σώμαθ' κατάγει κοίλαν πρὸς ἄγυιαν θνᾳσκόντων i. e. to Hades (O. 9.34) πρύτανι κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν καὶ στρατοῦ (sc. Ἱέρων.) (P. 2.58) “ἀφίξεται λαῷ σὺν ἀβλαβεῖ Ἄβαντος εὐρυχόρους ἀγυιάς.” (εἰς τὸ Ἄργος. Σ.) (P. 8.55) λευκίπποισι Καδμείων μετοικήσαις ἀγυιαῖς i. e. Thebes (P. 9.83) ἐν τίν κἐθέλοι ναίειν προγόνων ἐυκτήμονα ζαθέαν ἄγυιαν (N. 7.92) Θήβαν ἔτι μᾶλλον ἐπασκήσει θεῶν καὶ κατ' ἀνθρώπων ἀγυιάς fr. 194. 6.
English (Slater)
ᾰγυια (ἄγυιαν; -ᾶν, -αῖς, -άς.)
1 street with houses, dwellings βρότεα σώμαθ' κατάγει κοίλαν πρὸς ἄγυιαν θνᾳσκόντων i. e. to Hades (O. 9.34) πρύτανι κύριε πολλᾶν μὲν εὐστεφάνων ἀγυιᾶν καὶ στρατοῦ (sc. Ἱέρων.) (P. 2.58) “ἀφίξεται λαῷ σὺν ἀβλαβεῖ Ἄβαντος εὐρυχόρους ἀγυιάς.” (εἰς τὸ Ἄργος. Σ.) (P. 8.55) λευκίπποισι Καδμείων μετοικήσαις ἀγυιαῖς i. e. Thebes (P. 9.83) ἐν τίν κἐθέλοι ναίειν προγόνων ἐυκτήμονα ζαθέαν ἄγυιαν (N. 7.92) Θήβαν ἔτι μᾶλλον ἐπασκήσει θεῶν καὶ κατ' ἀνθρώπων ἀγυιάς fr. 194. 6.