ἀξιόλογος

From LSJ
Revision as of 12:15, 21 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (big3_5)

ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσετε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ → bear each other's burdens, and in that way fulfill the anointed King's Law (Galatians 6:2)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀξιόλογος Medium diacritics: ἀξιόλογος Low diacritics: αξιόλογος Capitals: ΑΞΙΟΛΟΓΟΣ
Transliteration A: axiólogos Transliteration B: axiologos Transliteration C: aksiologos Beta Code: a)cio/logos

English (LSJ)

ον,

   A worthy of mention, remarkable, ὁ ἐν Ἐφέσῳ νηός Hdt.2.148, etc.; πόλεμος -ώτατος Th.1.1; τοῦτο -ώτερον X.Cyr.8.2.13; ἀλίθοι Suid. Adv. -γως X.Mem.1.5.5, Aristeas 72, Phld.Rh.1.2 S., al., Plu.2.128e.    2 of persons, of note, important, τοὺς μάλιστα ἐν τέλει καὶ ἀξιολογωτάτους Th.2.10, etc.    3 ἀ. μιμήματα imitations of worthy objects, Pl.Lg.669e.

German (Pape)

[Seite 270] der Rede werth, ansehnlich, gut, Plat. öftek, z. B. παιδεία Legg. VII, 803 d; Thuc. 4, 23 u. sonst.

Greek (Liddell-Scott)

ἀξιόλογος: -ον, ὁ ἄξιος λόγου, ἀξιοσημείωτος, ὁ ἐν Ἐφέσῳ… νηὸς Ἡρόδ. 2. 148· οὕτω Πλάτ. κ. ἄλλοι· πόλεμον... ἀξιολογώτατον, σημαντικώτατον, σπουδαιότατον, Θουκ. 1. 1· τοῦτο ἀξιολογώτερον Ξεν. Κύρ. 8. 2, 13: - Ἐπίρρ. -γως ὁ αὐτ. Ἀπομν. 1. 1. 2) ἐπὶ προσώπων σπουδαῖος, ἐπίσημος, τοὺς μάλιστα ἐν τέλει καὶ ἀξιολογωτάτους Θουκ. 2. 10, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
1 digne d’être rapporté, mémorable;
2 digne de considération, considérable, estimable.
Étymologie: ἄξιος, λόγος.

Spanish (DGE)

-ον
I 1digno de mención, notable, considerable de cosas y abstr. ὁ ἐν Ἐφέσῳ ... νηός Hdt.2.148, πόλεμος Th.1.1, πόλεις Th.5.74 μιμήματα imitaciones dignas de mención Pl.Lg.669e, ἀπόστημα Hp.Coac.146, ἕλκεα Hp.Dent.22, οὐθέν Arist.GA 746b5, τι Arist.Pol.1273b29, προκοπή Chrysipp.Stoic.3.51, πρᾶξις Plb.2.39.11, ὁλκάδες Str.3.2.3, de la amistad PLugd.Bat.17.14.8, λίθος Sud., cf. PPetr.2.16.7 (III a.C.)
subst. τὸ μεγαλεῖον καὶ ἀξιόλογον νοήσει Plu.2.214e.
2 importante, de calidad de pers. τοὺς μάλιστα ἐν τέλει καὶ ἀξιολογωτάτους Th.2.10, ἀνήρ IG 42.81.1 (Epidauro I d.C.), μήτηρ JRCil.1.27, cf. TAM 3.1.73, PTeb.27.22 (II a.C.), POxy.2705.3, BGU 326.2.17 (II d.C.)
subst. οἱ ἀξιολογώτατοι τῶν Ῥωμαίων Plb.39.1.3.
II adv. -ως
1 en forma digna de mención X.Mem.1.5.5, Aristeas 72, Phld.Rh.p.5Aur., Plu.2.128e.
2 razonablemente Clem.Al.Paed.3.6.34.