Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε ἢ θηρίον ἢ θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god
η / χώνευσις, -εύσεως, ΝΜΑ, και χώνεψη Ν χωνεύω
τήξη μετάλλων στην χωνευτική καμινο
νεοελλ.
πέψη.