Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αντιπέμπω

From LSJ

Οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν → I was not born to hate, but to love.

Sophocles, Antigone, 523

Greek Monolingual

ἀντιπέμπω (Α)
1. στέλνω απάντηση
2. στέλνω πίσω ήχο, αντηχώ
3. στέλνω κάτι ως ανταμοιβή
4. φρ. «ἀντιπέμπω στρατιάν» — στέλνω στρατό εναντίον κάποιου
5. στέλνω κάποιον για ν' αντικαταστήσει κάποιον άλλο.