δωδεκόμφαλος
From LSJ
οὐδ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο, πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι → nor will anything else divide us from our love before the fate of death enshrouds us (Apollonius of Rhodes, Argonautica 3.1129f.)
English (LSJ)
δωδεκόμφαλον, with twelve knobs, πόπανον IG22.1367.
Spanish (DGE)
-ον
de doce abultamientos o salientes semiesféricos πόπανα δωδεκόμφαλα ὀρθόνφαλα IG 22.1367.28, cf. 17 (I d.C.).
German (Pape)
[Seite 694] mit zwölf Nabeln, Buckeln, Inscr. 523.
Greek (Liddell-Scott)
δωδεκόμφαλος: -ον, ἔχων δώδεκα ὀμφαλούς, πόπανον Συλλ. Ἐπιγρ. 523.