θοῦ, Κύριε, φυλακὴν τῷ στόµατί µου καὶ θύραν περιοχῆς περὶ τὰ χείλη µου → set a guard over my mouth, Lord; keep watch over the door of my lips | set a guard, O Lord, over my mouth; keep watch over the door of my lips (Psalm 140:3, Septuagint version)
Full diacritics: θιγάνα | Medium diacritics: θιγάνα | Low diacritics: θιγάνα | Capitals: ΘΙΓΑΝΑ |
Transliteration A: thigána | Transliteration B: thigana | Transliteration C: thigana | Beta Code: qiga/na |
ἡ, cover, lid, dub. in Schwyzer323 C39 (Delph.).
θιγάνα, ἡ (Α)
επιγρ. σκέπασμα, καπάκι, κάλυμμα, πώμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Ίσως παράγωγο από θ. θιγ- του θιγγάνω].