ιδεοληψία

From LSJ

Sunt verba voces quibus hunc lenire dolorem possis, magnam morbi deponere partem → Words will avail the wretched mind to ease and much abate the dismal black disease.

Horace, Epistles 1.34

Greek Monolingual

η
ιατρ. ιδέα, παράσταση ή αίσθημα που εμφανίζεται στη συνείδηση ενός ανθρώπου, παρά τη θέλησή του, ως παρασιτικό στοιχείο και από το οποίο ο πάσχων προσπαθεί να απαλλαγεί χωρίς συχνά να το κατορθώνει, έμμονη ιδέα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. obsession. Η λ. μαρτυρείται από το 1897 στην εφημερίδα Άστυ από τον Άγγ. Βλάχο].