κάτηξις
From LSJ
κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πένητας ἔχουσαν πολίτας → the best democracy is that in which the citizens are neither very rich nor very poor (Thales/Plutarch)
English (LSJ)
ιος, ἡ, Ion. for κάταξις.
German (Pape)
[Seite 1401] ἡ, ion. = κάταξις, das Zerbrechen, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
κάτηξις: -εως, ἡ, Ἰων. ἀντὶ τοῦ κάταξις.
Greek Monolingual
κάτηξις, -ήξιος, ἡ (Α)
(ιων. τ. του κάταξις) σύντριψη.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κάτηξις -ιος, ἡ Ion. voor κάταξις.