Θεὸς συνεργὸς πάντα ποιεῖ ῥᾳδίως → Rem facile quamvis peragit adiutor deus → Wirkt Gott als unser Partner, macht er alles leicht
Full diacritics: κήνοθεν | Medium diacritics: κήνοθεν | Low diacritics: κήνοθεν | Capitals: ΚΗΝΟΘΕΝ |
Transliteration A: kḗnothen | Transliteration B: kēnothen | Transliteration C: kinothen | Beta Code: kh/noqen |
Aeolic and Doric (from κῆνος), thence, Alc. 86.
κήνοθεν (Α) κήνος
επίρρ. εκείθεν, από εκεί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κῆνος + επιρρμ. κατάλ. -θεν, που δηλώνει την από τόπου κίνηση (πρβλ. άλλο-θεν, ένδο-θεν)].
κήνοθεν, adv., daarvandaan.