κήνοθεν

From LSJ

Θεὸς συνεργὸς πάντα ποιεῖ ῥᾳδίως → Rem facile quamvis peragit adiutor deus → Wirkt Gott als unser Partner, macht er alles leicht

Menander, Monostichoi, 237
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κήνοθεν Medium diacritics: κήνοθεν Low diacritics: κήνοθεν Capitals: ΚΗΝΟΘΕΝ
Transliteration A: kḗnothen Transliteration B: kēnothen Transliteration C: kinothen Beta Code: kh/noqen

English (LSJ)

Aeolic and Doric (from κῆνος), thence, Alc. 86.

Greek Monolingual

κήνοθεν (Α) κήνος
επίρρ. εκείθεν, από εκεί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κῆνος + επιρρμ. κατάλ. -θεν, που δηλώνει την από τόπου κίνηση (πρβλ. άλλο-θεν, ένδο-θεν)].

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κήνοθεν, adv., daarvandaan.