καλοειδής

From LSJ

Πολλοὶ μὲν εὐτυχοῦσιν, οὐ φρονοῦσι δέ → Multis adest fortuna, non prudentia → Viele sind im Glück und doch nicht bei Verstand

Menander, Monostichoi, 447
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰλοειδής Medium diacritics: καλοειδής Low diacritics: καλοειδής Capitals: ΚΑΛΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: kaloeidḗs Transliteration B: kaloeidēs Transliteration C: kaloeidis Beta Code: kaloeidh/s

English (LSJ)

καλοειδές, of beautiful form, στροφαί Sopat.in Rh.8.56 W.

German (Pape)

[Seite 1312] ές, von schöner Art, Rhett. VIII, 56.

Greek (Liddell-Scott)

κᾰλοειδής: -ές, ἀνήκων εἰς καλὸν εἶδος, Σώπατρ. ἐν Ρήτορσιν (Walz) 8. 56, 14.

Greek Monolingual

-ές (Α καλοειδής, -ες)
ωραίος στη μορφή
νεοελλ.
αυτός που ανήκει σε καλό, σε ωραίο είδος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καλ(ο)- + -ειδής (< εἶδος), πρβλ. κακοειδής, μακροειδής].