κατένεξις
From LSJ
ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς κρείττων → the hidden attunement is better than the obvious one, invisible connection is stronger than visible, harmony we can't see is stronger than harmony we can, unseen harmony is stronger than what we can see
English (LSJ)
-εως, ἡ, (κατενεγκεῖν) = καταφορά, Suid.s.v. καταλύσας, Eust.152.14.
Greek (Liddell-Scott)
κατένεξις: -εως, ἡ, (κατενεγκεῖν) = καταφορά, διὰ τὴν ἄνωθεν ἐκ μετεώρου κ. Εὐστ. 152. 14· διὰ τὴν ἐξ ὕψους κ. 754. 22· κ. τοῦ ἀπαγξαμένου Σουΐδ. ἐν λ. καταλύσας.
Greek Monolingual
κατένεξις, -έξεως, ἡ (AM, Μ και κατένεγξις)
1. καταφορά, φορά προς τα κάτω, πτώση
2. (για οίκημα) γκρέμισμα, ερείπωση
μσν.
1. επίθεση
2. νεροποντή, ραγδαία βροχή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ-ήνεγκον, αόρ. β' του κατα-φέρω.