κατεπίκειμαι

From LSJ

To χάρις ὑμῖν οὕτω τίθησιν κτλ. → Thus he writes joy to you all, etc. (Cramer's Catena on 1 Thessalonians 1.1)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατεπίκειμαι Medium diacritics: κατεπίκειμαι Low diacritics: κατεπίκειμαι Capitals: ΚΑΤΕΠΙΚΕΙΜΑΙ
Transliteration A: katepíkeimai Transliteration B: katepikeimai Transliteration C: katepikeimai Beta Code: katepi/keimai

English (LSJ)

Pass., lie, rest upon, IG14.1888, CIG4152 d (Amastris).

German (Pape)

[Seite 1396] (s. κεῖμαι), daraufliegen, Eumath.

Greek (Liddell-Scott)

κατεπίκειμαι: κεῖμαιμένω ἐπί τινος, Εὐμάθ. σ. 41, Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθήκ.) 4145d, 6624.

Greek Monolingual

κατεπίκειμαι (AM)
μένω ή βρίσκομαι πάνω σε κάτι ή σε κάποιον
αρχ.
επιτίθεμαι εναντίον κάποιου, κατηγορώ.