κερατάρχης
From LSJ
ἢ τάπερ πάθομεν ἄχεα πρός γε τῶν τεκομένων → the pains which we have suffered, and, indeed, from our own parent | the pains which we have suffered, and those even from the one who brought us into the world | the pains we have suffered, and from a parent, too
English (LSJ)
ον, ὁ, commander of a body of thirty-two elephants, Ael.Tact.23:—hence κεραταρχία, ἡ, ibid.
German (Pape)
[Seite 1422] ὁ, Aufseher über 32 Elephanten, Ael. Tact. 22.
Greek (Liddell-Scott)
κερᾱτάρχης: -ου, ὁ, ὁ διοικητὴς σώματος ἐκ 32 ἐλεφάντων, Αἰλ. Τακτ. 22.
Greek Monolingual
κερατάρχης, ὁ (Α)
διοικητής σώματος τριάντα δύο ελεφάντων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κέρας, -ατος με σημ. «στρατιωτικό σώμα» + άρχης (< ἄρχω)].