λυγκίον
From LSJ
οὕτω γὰρ συμβαίνει ἅμα καὶ ἡ τῶνδε εὐγένεια κοσμουμένη → for by so doing we shall also celebrate therewith the noble birth of these heroes
οὕτω γὰρ συμβαίνει ἅμα καὶ ἡ τῶνδε εὐγένεια κοσμουμένη → for by so doing we shall also celebrate therewith the noble birth of these heroes
Full diacritics: λυγκίον | Medium diacritics: λυγκίον | Low diacritics: λυγκίον | Capitals: ΛΥΓΚΙΟΝ |
Transliteration A: lynkíon | Transliteration B: lynkion | Transliteration C: lygkion | Beta Code: lugki/on |
τό, Dim. of λύγξ (A), Callix.2.
ου (τό) :
petit lynx, animal.
Étymologie: λύγξ¹.
λυγκίον: τό, ὑποκορ. τοῦ λύγξ, Καλλίξ. παρ’ Ἀθην. 201C.
λυγκίον, τὸ (Α) [[[λυγξ]] (I)]
μικρός σε ηλικία ή σε μέγεθος λύγκας.