μισητής

From LSJ

Ἀνὴρ ἀτυχῶν δὲ σώζεται ταῖς ἐλπίσιν → Presso miseria spes salus est unica → Allein die Hoffnung trägt den, der im Unglück ist

Menander, Monostichoi, 643
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μῑσητής Medium diacritics: μισητής Low diacritics: μισητής Capitals: ΜΙΣΗΤΗΣ
Transliteration A: misētḗs Transliteration B: misētēs Transliteration C: misitis Beta Code: mishth/s

English (LSJ)

μισητοῦ, ὁ, hater, Glossaria.

German (Pape)

[Seite 190] ὁ, der Hasser.

Greek (Liddell-Scott)

μῑσητής: -οῦ, ὁ, (μισέω) ὁ μισῶν, Γλωσσ.

Greek Monolingual

μισητής, Μ και μισηστής ὁ (ΑΜ) μισώ
αυτός που μισεί κάποιον, ο εχθρός.