νεκρανασταίνω

From LSJ

Δειναὶ γὰρ αἱ γυναῖκες εὑρίσκειν τέχνας → Multum struendas mulier ad fraudes valet → Intrigen zu ersinnen ist die Frau geschickt

Menander, Monostichoi, 130

Greek Monolingual

νεκρανασταίνω)
ανασταίνω νεκρό, επαναφέρω από τον θάνατο στη ζωή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεκρ(ο)- + ἀνασταίνω].