παρδαλιοκτόνος
From LSJ
κόραξ δ' ἐπαίνῳ καρδίην ἐχαυνώθη → the flattered crow was filled with pride, the flattered crow became elate in heart
English (LSJ)
παρδαλιοκτόνον, leopard-killing, Lemma to AP7.578 (Agath.).
German (Pape)
[Seite 509] ὁ, der Panthertödter, in der Überschrift des Epigr. Anth. VII, 578.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
qui tue des panthères.
Étymologie: πάρδαλις, κτείνω.
Russian (Dvoretsky)
παρδαλιοκτόνος: убивающий леопардов или барсов Anth.
Greek (Liddell-Scott)
παρδαλιοκτόνος: -ον, ὁ φονεύων παρδάλεις, Ἀνθ. Π. 7. 578, ἐν τῇ ἐπιγραφῇ.
Greek Monolingual
-ον, Α
αυτός που σκοτώνει λεοπαρδάλεις.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάρδαλις, -ιος + -κτόνος (< κτείνω), πρβλ. σαυροκτόνος.
Greek Monotonic
παρδαλιοκτόνος: -ον (κτείνω), αυτός που σκοτώνει λεοπαρδάλεις, σε Ανθ.