περιθείωμα

From LSJ

ξένῳ δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι → it's better for a stranger to keep silence than to shout (Menander)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιθείωμα Medium diacritics: περιθείωμα Low diacritics: περιθείωμα Capitals: ΠΕΡΙΘΕΙΩΜΑ
Transliteration A: peritheíōma Transliteration B: peritheiōma Transliteration C: peritheioma Beta Code: periqei/wma

English (LSJ)

-ατος, τό, in plural, fumigations, gloss on ἀπομάγματα, Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

περιθείωμα: τό, = ἀπόμαγμα, Ἡσύχ. ἐν λ. ἀπομάγματα.

Greek Monolingual

τὸ, Α περιθειώ
το απόμαγμα, ό,τι πετιέται μετά τον καθαρμό.

Translations