πιστοποιός

From LSJ

Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνονAnaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep

Source

German (Pape)

[Seite 620] glaubhaft machend, bestätigend, überzeugend, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

πιστοποιός: -όν, ὁ πιστοποιῶν, βεβαιῶν Κύριλλ. Ἀλ. σελ. 776.

Greek Monolingual

-ό / πιστοποιός, -όν, ΝΑ
αυτός που πιστοποιεί, που βεβαιώνει κάτι ως αληθινό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πίστις + -ποιός].