πολύτιτος

From LSJ

Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut

Menander, Monostichoi, 66
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολύτῑτος Medium diacritics: πολύτιτος Low diacritics: πολύτιτος Capitals: ΠΟΛΥΤΙΤΟΣ
Transliteration A: polýtitos Transliteration B: polytitos Transliteration C: polytitos Beta Code: polu/titos

English (LSJ)

[ῠ], ον, (τίω) worthy of high honour, Orac. ap. Hdt.5.92.β.

German (Pape)

[Seite 675] = πολύτιμος, hochgeehrt, hoch zu verehren, Orak. bei Her. 5, 92, 2, wo ι lang gebraucht ist.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
très honoré.
Étymologie: πολύς, τίω.

Russian (Dvoretsky)

πολύτῑτος: (ῑ) глубокочтимый (Ἠετίων Her.).

Greek (Liddell-Scott)

πολύτιτος: -ον, (τίω) ὁ πολλῆς τιμῆς ἄξιος, Χρησμ. παρ’ Ἡρόδ. 5. 92, 2 [[[ἔνθα]] ῑ, ἴδε Ἕρμανν. εἰς Αἰσχύλ. Ἀγ. 72].

Greek Monolingual

-ον, Α
ο άξιος πολλής ή μεγάλης τιμής, αυτός που αξίζει να τιμηθεί πολύ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + -τιτος (< τίω «τιμώ, εκτιμώ»)].

Greek Monotonic

πολύτῐτος: -ον (τίω), αυτός που αξίζει μεγάλη τιμή, σε Χρησμ. παρ' Ηροδ.

Middle Liddell

πολύτῐτος, ον, [τίω]
worthy of high honour, ap. Hdt.