προδιαπλέω

From LSJ

καὶ ὑποθέμενος κατὰ τῆς κεφαλῆς φέρειν τὰς πληγάς, ὡς ἐν ἐκείνῃ τοῦ τε κακοῦ τοῦ πρὸς ἀνθρώπους → and having instructed them to bring their blows against the head, seeing that the harm to humans ... (Josephus, Antiquities of the Jews 1.50)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προδιαπλέω Medium diacritics: προδιαπλέω Low diacritics: προδιαπλέω Capitals: ΠΡΟΔΙΑΠΛΕΩ
Transliteration A: prodiapléō Transliteration B: prodiapleō Transliteration C: prodiapleo Beta Code: prodiaple/w

English (LSJ)

sail across first, ἐς τὴν ἤπειρον ἐπί τινα D.C.47.33.

German (Pape)

[Seite 715] (s. πλέω), vorher durch od. hinüber schiffen, D. C. 47, 33.

Greek (Liddell-Scott)

προδιαπλέω: διαπλέω πρότερος, ἐς τὴν ἤπειρον ἐπ’ αὐτὸν προδιαπλεῦσαι Δίων Κ. 47. 33.

Greek Monolingual

Α
περνώ πρώτος με πλοίο απέναντι («ἐς τὴν ἤπειρον ἐπ' αὐτὸν προδιαπλεῦσαι», Δίων. Κάσσ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + διαπλέω «πλέω από τη μια ακτή ώς την απέναντι»].