προεπίδεσμος

From LSJ

οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προεπίδεσμος Medium diacritics: προεπίδεσμος Low diacritics: προεπίδεσμος Capitals: ΠΡΟΕΠΙΔΕΣΜΟΣ
Transliteration A: proepídesmos Transliteration B: proepidesmos Transliteration C: proepidesmos Beta Code: proepi/desmos

English (LSJ)

ὁ, band or ligature put on at first, Gal.18(2).746 (nisi leg. προσεπίδεσμος).

German (Pape)

[Seite 721] ὁ, vorher aufgelegter Verband, Galen.

Greek (Liddell-Scott)

προεπίδεσμος: ὁ, ἐπίδεσμος ἐπιτιθέμενος κατὰ πρῶτον, Γαλην. τ. 12, σ. 45.

Greek Monolingual

ὁ, Α
προσωρινός επίδεσμος.