προπαραλαμβάνω

From LSJ

τυφὼς γὰρ ἐκβαίνειν παρασκευάζεται → a hurricane is getting ready to burst

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προπαραλαμβάνω Medium diacritics: προπαραλαμβάνω Low diacritics: προπαραλαμβάνω Capitals: ΠΡΟΠΑΡΑΛΑΜΒΑΝΩ
Transliteration A: proparalambánō Transliteration B: proparalambanō Transliteration C: proparalamvano Beta Code: proparalamba/nw

English (LSJ)

A receive from another before, D.C.49.18.
II intr., anticipate the menstrual period, Sor.1.21 (nisi leg. προλαμβ-).
III προπαραλαμβανόμεναι ὑποθέσεις previously assumed…, [Ammon.] in Apr.67.15.
2 -ληφθεισῶν τῶν… ἐμπλάστρων previously employed, Orib. Fr.49.

German (Pape)

[Seite 738] (s. λαμβάνω), vorher annehmen, D. Cass. 49, 18.

Greek Monolingual

Α
1. παραλαμβάνω, παίρνω προηγουμένως κάτι από κάποιον
2. χρησιμοποιώ προηγουμένως
3. έχω εμμηνορρυσία πριν από την κανονική μέρα.