σκληρόκοιτος
From LSJ
Κρίνει φίλους ὁ καιρός, ὡς χρυσὸν τὸ πῦρ → Aurum probatur igne, amicus tempore → Der Zeitpunkt sondert Freunde, wie das Feuer Gold
-ον, Μ
αυτός που κοιμάται σε σκληρή κλίνη, σε σκληρό κρεβάτι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκληρός + -κοιτος (< κοίτη), πρβλ. αγλαόκοιτος].