συμβλής

From LSJ

Οὐδείς, ὃ νοεῖς μὲν, οἶδεν, ὃ δέ ποιεῖς, βλέπει → Quid cogites, scit nemo; quid facias, patet → nicht weiß man, was du denkst, doch sieht man, was du tust

Menander, Monostichoi, 424
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμβλής Medium diacritics: συμβλής Low diacritics: συμβλής Capitals: ΣΥΜΒΛΗΣ
Transliteration A: symblḗs Transliteration B: symblēs Transliteration C: symvlis Beta Code: sumblh/s

English (LSJ)

ῆτος, ὁ, ἡ, thrown together, Orph. A.686.

German (Pape)

[Seite 978] ῆτος, ὁ, ἡ, zusammengeworfen, zusammenschlagend, Orph. Arg. 683.

Greek (Liddell-Scott)

συμβλής: ῆτος, ὁ, ἡ, ὁ συμβαλλόμενος, συγκρουόμενος, ξυμβλῆτες πίπτουσιν (δηλ. αἱ Κυάνεαι) ἐπ’ ἀλλήλῃσιν ἰοῦσαι Ὀρφ. Ἀργ. 684.

Greek Monolingual

-ῆτος, ό, ἡ, Α
(για τις Συμπληγάδες) αυτός που πέφτει επάνω στον άλλο, που συγκρούεται («ξυμβλῆτες πίπτουσιν... ἐπ' ἀλλήλῃσιν ἰοῦσαι», Ορφ. Αργ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + -βλής (βλής < θ. βλη- του βάλλω, πρβλ. παθ. αόρ. -βλή-θην), πρβλ. παραβλής.