συνευωχέομαι

From LSJ

τύχας ὀνησίμους γαίας ἐξαμβρῦσαιcause happiness to spring forth from the earth

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνευωχέομαι Medium diacritics: συνευωχέομαι Low diacritics: συνευωχέομαι Capitals: ΣΥΝΕΥΩΧΕΟΜΑΙ
Transliteration A: syneuōchéomai Transliteration B: syneuōcheomai Transliteration C: synevocheomai Beta Code: suneuwxe/omai

English (LSJ)

Pass., feast together, Arist.EE1245b5, Posidon. 15J., Ph.2.355; ὑμῖν 2 Ep.Pet.2.13, cf. J.AJ1.3.5, BGU596.10 (i A.D.), Luc.VH2.15, etc.; (ἀνδριάντι) PMag.Par.1.3150.

French (Bailly abrégé)

συνευωχοῦμαι;
se régaler ensemble ou avec, τινι.
Étymologie: σύν, εὐωχέω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συνευωχέομαι [σύν, εὐωχέω] samen (met...) aan een feestmaal deelnemen, met dat.

Russian (Dvoretsky)

συνευωχέομαι: вместе угощаться, пировать Arst., Luc.

Spanish

celebrar un banquete, comer juntamente con

Greek Monotonic

συνευωχέομαι: Παθ., περνώ τη ζωή μου με πολυτελείς διασκεδάσεις από κοινού με άλλους, συμμετέχω σε συμπόσιο, τινι, από κοινού με κάποιον, σε Λουκ.

Greek (Liddell-Scott)

συνευωχέομαι: Παθ., εὐωχοῦμαι ὁμοῦ ἢ πολυτελῶς, Ἀριστ. Ἠθικ. Εὐδήμ. 7. 12, 14, Ἀθήν. 152Β· τινι, μετά τινος, Λουκ. π. Ἀληθ. Ἱστ. 2. 15, κτλ.

Middle Liddell

Pass. to fare sumptuously or feast together, τινι with one, Luc.

Chinese

原文音譯:suneuwcšw 尋-由-哦黑哦
詞類次數:動詞(2)
原文字根:共同-好-有
字義溯源:一同宴樂,款待,一同坐席,同喫;由(σύν / συνεπίσκοπος)*=同)與 (εὖ / εὖγε)=好)及 (ἔχω)*=持)組成,其中 (εὖ / εὖγε)出自(εὐρύχωρος)X*=善)
出現次數:總共(2);彼後(1);猶(1)
譯字彙編
1) 他們與人一同宴樂(1) 猶1:12;
2) 一同坐席(1) 彼後2:13

Léxico de magia

celebrar un banquete, comer juntamente con c. dat. τὸ δὲ χρῖσμα ἑστιάσας καὶ συνευωχηθεὶς (τῷ κανθάρῳ) ἀπόθου καθαρείως εἰς τὸν ἀπαθανατισμόν tras haber festejado y comido con el escarabajo guarda el ungüento con pureza para el rito de inmortalización P IV 770 συνευωχοῦ αὐτῷ (τῷ ἀνδριάντι) ἐπᾴδων αὐτῷ δι' ὅλης νυκτὸς τὰ ἐν τῷ πιττακίῳ ἐγγεγραμμένα ὀνόματα come con la figurilla cantándole toda la noche los nombres escritos en la tablilla P IV 3150