Εὐφήμει, ὦ ἄνθρωπε· ἁσμενέστατα μέντοι αὐτὸ ἀπέφυγον, ὥσπερ λυττῶντά τινα καὶ ἄγριον δεσπότην ἀποδράς → Hush, man, most gladly have I escaped this thing you talk of, as if I had run away from a raging and savage beast of a master
Full diacritics: τέσσερες | Medium diacritics: τέσσερες | Low diacritics: τέσσερες | Capitals: ΤΕΣΣΕΡΕΣ |
Transliteration A: tésseres | Transliteration B: tesseres | Transliteration C: tesseres | Beta Code: te/sseres |
οἱ, αἱ, -ρα, τά, Ion. and later Gr. for τέσσαρες (q.v.).
[Seite 1096] οἱ, αἱ, τέσσερα, τά, ion. st. τέσσαρες, Her.
v. τέσσαρες.
τέσσερα, Α
ιων. τ. (απόλ. αριθμτ.) βλ. τέσσερεις.